Κ. Τσιλιανίδης: «Πρέπει να ταπεινωνόμαστε για να καταλάβουμε την ουσία της ζωής-Πήγα στον ΟΦΗ χωρίς δεύτερη σκέψη»

Ο Κοσμάς Τσιλιανίδης μίλησε στο gazzetta.gr για την ποδοσφαιρική του πορεία, τις αξίες που τον διαμόρφωσαν και τη νέα του ζωή μετά το γήπεδο, σε μια εξομολόγηση από τα βάθη της καρδιάς του για όλες τις δύσκολες ώρες που πέρασε και το σκοτεινό κομμάτι των τραυματισμών του που του στέρησε μια μεγάλη καριέρα.

Ο Κοσμάς Τσιλιανίδης δεν είναι απλώς ένας ποδοσφαιριστής που άφησε το στίγμα του στον ΟΦΗ και στον κόσμο του Γεντί Κουλέ. Είναι ένας άνθρωπος που έχει δει και νιώσει πέρα από το γήπεδο, ένας χαρακτήρας που δέθηκε με τους συμπαίκτες του και την κοινωνία, χωρίς να ξεχνάει ποτέ τα δύσκολα.

Σε μια ειλικρινή και συγκινητική συζήτηση, ο Κοσμάς μοιράζεται τις σκέψεις του για την ανάγκη να ταπεινωνόμαστε, για τη σημασία του να παίζεις μέχρι τέλους, αλλά και για το πώς αποφάσισε να υποστηρίξει τα παιδιά που παλεύουν με τον καρκίνο. Ένα κείμενο για την ποδοσφαιρική ζωή που δεν περιορίζεται στα όρια του γηπέδου, αλλά μιλάει στην καρδιά του ανθρώπου.

Πώς προέκυψε ο ΟΦΗ;

«Όπως σου είπα, έφυγα από τον Αστέρα χωρίς να έχω συμφωνήσει με άλλη ομάδα. Μετά από κάποιες μέρες μου τηλεφώνησε ο ατζέντης μου και μου είπε ότι είχαμε μία προσέγγιση από τον ΟΦΗ. Τότε είχε αναλάβει ο Μπούσης και ήταν και οι Σαμαράδες. Πήγα στην Αθήνα για ραντεβού. Είχα λίγο τους ενδοιασμούς μου καθώς η ομάδα είχε σωθεί με δυσκολία με το τρελό παιχνίδι εναντίον του Πλατανιά. Στη συνομιλία μου με τον κ. Γιάννη είδα ένα project ομάδας του… εξωτερικού. Δηλαδή ανθρώπους ποδοσφαιρικούς στην ομάδα, που έχουν κάνει μεγάλη καριέρα, με μία φιλοσοφία άκρως ποδοσφαιρική, με τη δυναμική που έχει ο ΟΦΗ και στην ουσία στην αρχή της, ήθελε να χτίσει κάτι ωραίο. Μου άρεσε πολύ η νοοτροπία και ο τρόπος σκέψης. Έτσι πήρα την απόφαση, χωρίς δεύτερη σκέψη καθώς ήταν αυτό που μου ταίριαζε. Μόλις τελειώσαμε το ραντεβού, την επόμενη μέρα είπα θα πάω εκεί».

Σου θύμιζε τον Αστέρα Τρίπολης;

«Η ομάδα χτιζόταν, δεν ήταν ακριβώς έτσι. Ο κ. Μπούσης είχε πάρει σε κακή κατάσταση την ομάδα. Είχαν μόλις ξεκινήσει να χτίζουν την επόμενη μέρα. Ήταν τυπικοί στις πληρωμές αλλά χρειαζόταν μεγαλύτερη οργάνωση και τα γήπεδα. Το ΒΑΚ δεν είναι όπως σήμερα. Είχαμε ένα σύνολο παικτών ή σταφ ή διοίκησης που δημιουργούσαν ένα ποδοσφαιρικό κλίμα και έδεσε πολύ ωραία. Βγήκε και στο γήπεδο άμεσα».

Και πλέον ήσουν σε ομάδα που είχε όλο το πακέτο για να κάνεις το step up και στη δική σου καριέρα.

«Όλα έζησα στο παρελθόν με είχαν προετοιμάσει για να αντεπεξέλθω και σωματικά και ψυχικά σε μία ομάδα με τη δυναμική του ΟΦΗ. Ήρθε ο Γιώργος Σίμος που ήταν κοντά μας ηλικιακά και η φιλοσοφία ταίριαξε με τη δική μου αλλά και της ομάδας. Μου άλλαξαν τον τρόπο σκέψης και τον τρόπο που βλέπω το ποδόσφαιρο. Αυτό βγήκε και στον αγωνιστικό χώρο αμέσως. Θέλαμε να χτίσουμε κάτι πολύ ωραίο που θα έβγαινε μέσα στα χρόνια. Ο τρόπος που κέρδισα τον κόσμο και τη θέση μου στο γήπεδο ήταν καθαρά αγωνιστικός».

Με ποιους συμπαίκτες ήρθες πιο κοντά;

«Το πιο σημαντικό της ομάδας ήταν ότι φτιάχτηκε ένα παρεάκι. Κάθε εβδομάδα κάναμε μπάρμπεκιου όλοι μαζί εκεί στα γήπεδα. Αυτό το κλίμα σου δίνει δύναμη και η ελευθερία σου τραβάει την πίεση. Είχαμε περισσότερους Έλληνες αλλά ακόμα και κάποιοι ξένοι ήταν σαν Έλληνες όπως ο Μεγιάδο και ο Νέιρα. Είχαμε λίγους αλλά ενσωματώθηκαν γρήγορα στη δική μας νοοτροπία. Το μόνο που είχαμε να σκεφτούμε ήταν να εξελιχθούμε».

Είπες ότι δέθηκες με το ΟΦΗ, γιατί όταν σηκώθηκες να τρέξεις, ο κόσμος του Γεντί Κουλέ φώναξε το όνομά σου. Άρα, μήπως μέσα σου αυτή η ιαχή του κόσμου ήταν αυτό που ήθελες να ακούσεις και πάλι. Είναι εγωιστικό βέβαια αλλά είναι κι ανθρώπινο.

«Μα εννοείται ότι όλοι μας είμαστε εγωιστές. Εγώ είμαι πάρα πολύ μεγάλος εγωιστής, δεν μπορώ να χάνω πουθενά. Σου έδωσα αυτό το παράδειγμα, ότι δέχθηκα μ’ αυτήν την ομάδα, τον ΟΦΗ, γιατί οι άνθρωποι στα δύσκολα ήταν εκεί. Δεν ήταν εκεί μόνο όταν έβαζα τα γκολ. Ήταν εκεί κι όταν δεν ήμουν καλός. Κι όταν έπαιζα τραυματίας, δεν έπαιζα… Ξέρεις. Άλλά νομίζω ότι δεν ήταν μόνο το εγωιστικό κομμάτι. Είναι ότι εγώ θα έπαιζα μέχρι τα 40 μου. Κι αν μπορώ να δώσω μία συμβουλή στα παιδιά που παίζουν, είναι: “Παίξτε μέχρι να μην μπορείτε άλλο, παίξτε όσο μπορείτε”, γιατί όταν βγαίνεις από το παιχνίδι καταλαβαίνεις τι σου έδινε. Όταν είσαι μέσα δεν το καταλαβαίνεις».

Να πάμε λίγο στο θέμα με τη φωτογραφία που έχεις ξυρισμένο κεφάλι. Μ’ αυτήν την κίνηση ήθελες να δείξεις τη στήριξή σου στα παιδιά που παλεύουν με τον καρκίνο. Ένα μήνυμα που για εσένα ήταν πολύ απλό στο να πάρεις αυτήν την απόφαση, αλλά ποια είναι η ιστορία πίσω απ’ αυτό που είδαμε και χειροκροτήσαμε όλοι;

«Η αφορμή ξεκίνησε από κάποιες κοινωνικές δράσεις που έκανε τότε η ομάδα. Πηγαίναμε στα νοσοκομεία και δίναμε κάποια δώρα στα παιδιά. Εκεί, λοιπόν, κατάλαβα το πόσο ασήμαντο είναι αυτό που περνάω εγώ. Ότι υπάρχουν τόσες παιδικές ψυχές που ταλαιπωρούνται και εκεί μου καρφώθηκε αυτή η ιδέα στο μυαλό μου κι ύστερα από έναν χρόνο το έκανα. Δεν το εκμυστηρεύτηκα πουθενά, ήθελα να είναι προσωπικό, δεν ήθελα να μαθευτεί και έτυχε εκείνη την ημέρα να έχουμε αγώνα με τον ΠΑΣ Γιάννινα.
Το αστείο της υπόθεσης είναι ότι οι συμπαίκτες μου που δεν ήξεραν τίποτα, όταν πήγα στο ξενοδοχείο με κοιτούσαν περίεργα, μου έκαναν καλαμπούρι.

Και στο γήπεδο υπήρχε αυτό. Μετά τον αγώνα μαθεύτηκε και εκεί κατάλαβα ότι είχα λάθος σκέψη, γιατί εγώ πίστευα ότι δεν ήθελα να πιστέψει κάποιος ότι εγώ ήθελα να πάρω δημοσιότητα προβάλλοντας κάτι τέτοιο, αλλά εν τέλει αυτό που μου δίδαξε είναι το μήνυμα κι όχι αυτός που το κάνει, γιατί τα μηνύματα που έλαβα μετά ήταν πάρα πολύ συγκινητικά. Πάρα πολλοί άνθρωποι ακόμα και από μια μικρή πράξη βρήκαν δύναμη, χαμογέλασαν έστω και για λίγο. Βέβαια, δεν ήταν από τη δική μου την πλευρά καθόλου εύκολο να το διαχειριστώ όλο αυτό, είτε από παιδιά είτε από γονείς είτε από ανθρώπους που είχαν το πρόβλημα και συν τις άλλοις η γυναίκα ενός πολύ καλού μου φίλου, η Ιωάννα, που έφυγε απ’ αυτό, που μιλήσαμε και κατάλαβα τη σημαντικότητα να είσαι ευαισθητοποιημένος και να περνάνε αυτά τα μηνύματα. Όσο μπορούμε να ευαισθητοποιούμε την κοινωνία».

Μου είπες πιο πριν «έπρεπε να ταπεινωθώ». Δεν το έχω ξανακούσει από άνθρωπο και θα ήθελα να εξηγήσεις τι εννοείς μ’ αυτό.

«Νομίζω ότι ο καθένας μας έχει τα δικά του προβλήματα και τη δική του ζωή. Νομίζουμε ότι αυτά που περνάμε εμείς, ακόμα κι η επιτυχία μας, είναι υπεράνω των πάντων. Νομίζουμε ότι είμαστε στη χειρότερη ή στην καλύτερη κατάσταση απ’ όλους τους άλλους. Οπότε πρέπει να ταπεινωνόμαστε μέσα από την καθημερινότητα. Πράξεις όπως να βοηθήσεις μια γιαγιά ή έναν παππού να περάσει το φανάρι…. Με χίλιους δυο τρόπους να βρεις τη δύναμη να ταπεινώσεις τον εαυτό σου και να καταλάβεις ότι δεν είσαι εσύ και κανένας άλλος. Υπάρχουν κι άλλοι στον πλανήτη που περνάνε πιο δύσκολα και να καταλάβεις ότι ο καθένας έχει τα δικά του και να έχεις ενσυναίσθηση και να είσαι πιο ευαισθητοποιημένος. Εκεί κατάφερα να κάνω ένα βήμα. Ένα βήμα. Δεν παρουσιάζω τον εαυτό μου ως κάτι ουάου. Ούτε καν, κάθε άλλο. Νομίζω όμως ότι στην πορεία της ζωής μας όλοι μας το χάνουμε αυτό. Αλλά πρέπει να ταπεινωνόμαστε και να καταλαβαίνουμε ότι αλλού είναι η ουσία».

Η κουβέντα μας έχει πάει σε πιο βαθιά νοήματα, πέρα από το ποδόσφαιρο, αλλά είσαι και χαβαλές. Θέλω να πάμε λίγο στις πλάκες και στις όμορφες στιγμές που έχεις ζήσει μέσα στα αποδυτήρια, τα οποία πρέπει να είναι και λίγο παιδική χαρά, από την άποψη ότι είναι παιδιά που θέλουν να παίξουν για να προσφέρουν χαρά.

«Στον ΟΦΗ είχαμε χτίσει ένα πολύ οικογενειακό κλίμα κι οι πλάκες που είχαμε κάνει είναι αμέτρητες. Αμέτρητες! Είχαμε κολλήσει σ’ ένα ολόκληρο αμάξι αυτοκόλλητα, με χαρτάκια που κολλάμε στο ψυγείο. Του Διαμαντή! Εχουμε ρίξει αλεύρι και αυγά πάνω σε αμάξι. Θυμάμαι με τον Ντουρμισάι που βγάλαμε τις ρόδες από το αμάξι του Αμπντούλ. Αυτή η καθημερινότητα είναι που σου λείπει όταν σταματάς. Αυτό είναι το ποδόσφαιρο, αυτή η καθημερινότητα, να τη ζεις με φίλους σου και να περνάς όμορφα κάνοντας το επάγγελμά σου».

Πλάκα που σου έχουν κάνει;

«Εμένα δεν με πείραξαν πάρα πολύ. Πιο πολύ εγώ τις έφτιαχνα τις πλάκες. Ψέματα! Μου κολλούσαν στο κρεβάτι του μασάζ το όνομά μου. Επειδή μου άρεσε το μασάζ και πήγαινα και έκανα συνέχεια, είχαν βάλει το όνομά μου σ’ ένα συγκεκριμένο κρεβάτι. Εμένα δεν μου έκαναν κάτι ωραίο για να σου πω την αλήθεια».

Απ’ όλα αυτά που έχεις ζήσει αυτό που

«Πέρασα πάρα πολύ ωραία μέσα στο ποδόσφαιρο. Μου έχουν δημιουργήσει έναν χαρακτήρα αρκετά στέρεο και δυνατό. Μπορώ να μπω πλέον στο επόμενο κομμάτι της ζωής μου, στη δεύτερη ζωή μου όπως λέμε και να προσφέρω από έναν νέο ρόλο».

Άρα για εσένα υπάρχει το «σκοτώνω τον ποδοσφαιριστή»; Γιατί για άλλους δεν ισχύει.

«Για εμένα υπάρχει. Προσπαθώ να τον σκοτώσω τον ποδοσφαιριστή μέσα μου αλλά θέλω κι άλλο. Θέλει χρόνο. Θέλει να μπεις και σε μια άλλη διαδικασία, με μια άλλη δουλειά. Να μπεις στο ρόλο του προπονητή και να αρχίζεις σιγά σιγά να τον σκοτώνεις. Εχω μπει σ’ αυτήν τη διαδικασία και νιώθω πολύ καλά για να σου πω την αλήθεια».

Πώς θα ήθελες να είναι τα πράγματα από δω και πέρα στη ζωή σου;

«Κατ’ αρχάς βλέπω τον εαυτό μου μέσα στο ποδόσφαιρο σίγουρα. Κάνω το επόμενο βήμα, αυτό του προπονητή που μου αρέσει πάρα πολύ και τα επόμενα χρόνια να μπορώ να το υποστηρίξω με πιο επιστημονικό και ολοκληρωμένο τρόπο και να επιστρέψω πίσω όλα αυτά που έμαθα και με έκαναν αυτό που είμαι τώρα. Έναν χαρακτήρα που έχει πάρει πολλές εμπειρίες από το ποδόσφαιρο και διψάει για να μαθαίνει και να εξελίσσεται Με έχει κάνει, δε, ανταγωνιστικό και θέλω να κερδίζω συνέχεια μέσα στα ποδοσφαιρικά πλαίσια. Όλο αυτό, αν το ντύσω με εμπειρία και με γνώσεις νομίζω θα μπορέσω να δώσω πίσω απ΄ το δικό μου μετερίζι».

Άρα να περιμένουμε τον Κοσμά πίσω στο ποδόσφαιρο.

«Μακάρι, ναι. Αυτός είναι ο στόχος μου. Τώρα σε αναπτυξιακό ή σε επίπεδο ανδρών, είναι μια διαδικασία που τώρα τη χτίζω».

Τα τατουάζ σημαίνουν κάτι για εσένα;

«Ναι, σημαίνουν. Είναι προσωπικά, τα έκανα από πολύ μικρός και είναι πράγματα, καταστάσεις και λέξεις που ταιριάζουν στα δικά μου βιώματα. Για εμένα αυτό είναι τατουάζ κι όχι μόδα. Είναι να κρατάς για εσένα κάποια πράγματα πάνω σου για πάντα».