Θ. Ελευθεριάδης: «Ο ΟΦΗ έχει γίνει προορισμός – Έχουν γίνει μεγάλα βήματα σε πολλούς τομείς»

Μετά από δύο γεμάτα χρόνια στον ΟΦΗ ως Τεχνικός Διευθυντής της Elite Academy, ο Θοδωρής Ελευθεριάδης αποχωρεί, αφήνοντας πίσω του ένα έργο που — είτε συμφωνεί κανείς είτε όχι — άλλαξε σημαντικά τον τρόπο που λειτουργεί η υποδομή του συλλόγου. Στην αποκαλυπτική συνέντευξή του στο GRANDSPORT, ο έμπειρος τεχνικός ανοίγει τα χαρτιά του: αποτιμά το έργο του, παραδέχεται τις δυσκολίες, μιλάει για όσα πέτυχαν και — κυρίως — για όσα δεν πρόλαβαν να ολοκληρώσουν.

Η συζήτηση δεν έμεινε στην επιφάνεια. Αναλύει το πώς τέθηκε σε εφαρμογή ένα φιλόδοξο πλάνο, τι σημαίνει στην πράξη ο όρος “Smart Academy”, γιατί η καθημερινότητα ήταν καθοριστική, πώς λειτούργησε το scouting εκτός Κρήτης και γιατί ο ΟΦΗ έχει πλέον μετατραπεί σε προορισμό για ταλαντούχους ποδοσφαιριστές απ’ όλη την Ελλάδα. Αποκαλύπτει επίσης τη στρατηγική πίσω από τη συνεργασία με ακαδημίες σε Αθήνα, Χανιά και Ρέθυμνο, καθώς και τις δυσκολίες στο να “περάσεις τη θάλασσα” όταν κυνηγάς το ταλέντο.

Ο Θοδωρής Ελευθεριάδης μιλά με σεβασμό για τους ανθρώπους της ΠΑΕ, τη σχέση του με τον Ηλία Πουρσανίδη, τον ρόλο του προέδρου κ. Μπούση και τις ιδιαίτερες στιγμές που έζησε ο ίδιος και η οικογένειά του στο Ηράκλειο. Και στέλνει μήνυμα προς τους επόμενους: η δουλειά πρέπει να συνεχιστεί με πίστη, συνέπεια και επαγγελματισμό.

Πίνακας περιεχομένων:

Ποιοι ήταν οι βασικοί στόχοι όταν αναλάβατε την Elite Ακαδημία του ΟΦΗ και ποιοι από αυτούς θεωρείτε πως επιτεύχθηκαν;

«Κατέθεσα ένα πρόγραμμα τριετίας στον Ηλία Πουρσανίδη, ο οποίος ήταν και ο άνθρωπος που με βρήκε και με πρότεινε στη διοίκηση και στον κύριο Λυσάνδρου. Το πρόγραμμα περιελάμβανε τόσο μακροπρόθεσμους όσο και βραχυπρόθεσμους στόχους. Οι άμεσοι στόχοι ήταν η δημιουργία μιας Smart Academy, μια ‘έξυπνη’ ακαδημία που θα είναι αυτοκινούμενη, λειτουργική και όχι απλώς μέτρια, αλλά ικανή να ανταποκρίνεται στη δυναμική που έχει ο ΟΦΗ στο ελληνικό ποδόσφαιρο. Πιστεύω ότι οι 7-8 βασικοί άξονες που σχετίζονται με αυτό το μοντέλο επιτεύχθηκαν σε μεγάλο βαθμό.

Έπρεπε να τρέξουν και διαδικασίες εκτός γηπέδου, που αφορούν την αξιοποίηση και τη βελτίωση των παιδιών μέσω επιστημών που πλέον είναι απαραίτητες στο σύγχρονο αναπτυξιακό – αλλά και στο επαγγελματικό – ποδόσφαιρο: διατροφολόγοι, ψυχολόγοι, αναλυτές, γυμναστές.

Μέσα στο γήπεδο, επιχειρήθηκε μια πιο συγκροτημένη δουλειά, με στόχο τη μεγαλύτερη συνεννόηση και σύμπνοια ανάμεσα στα τρία γκρουπ, μέσα από κοινό μοντέλο προπόνησης και παιχνιδιού – κάτι που θεωρώ πως εφαρμόστηκε σε ικανοποιητικό βαθμό.

Τέλος, ένα σημαντικό πεδίο ήταν το σκάουτινγκ: προχωρήσαμε στην ανανέωση των ξενώνων, απομακρύνοντας κάποια παιδιά μεγαλύτερης ηλικίας, και ενισχύσαμε το δυναμικό με νεαρούς (γεν. 2008-2009 και 2010) ποδοσφαιριστές, ώστε να υπάρχει βάση για τα επόμενα τρία χρόνια. Αυτά ήταν τα βασικά. Ο στόχος ήταν μια έξυπνη, λειτουργική και αποτελεσματική ακαδημία».

Υπάρχουν πράγματα που μείνανε “ανολοκλήρωτα”;

«Όταν ξεκινάς σε μια επαρχιακή ομάδα και θέλεις να αλλάξεις δέκα πράγματα, είναι αναμενόμενο ότι θα αντιμετωπίσεις δυσκολίες από πολλές πλευρές. Για παράδειγμα, υπήρχαν παιδιά που δεν μπορούσαν να κατανοήσουν γιατί επιμέναμε τόσο να χάσουν βάρος ή γιατί ήταν απαραίτητο να μπαίνουν στο γυμναστήριο.

Αξίζει να θυμηθούμε ότι στην αρχή υπήρχε μόνο ο Καρυωτάκης ως γυμναστής. Με την έλευση του Κεφαλάκη είχαμε δύο γυμναστές – κάτι που είναι τεράστια διαφορά. Αυτή η αλλαγή, που είχε και τη στήριξη της διοίκησης και του Ηλία Πουρσανίδη, άλλαξε πολλά, όμως δεν είναι εύκολο να πείσεις ένα παιδί πως πρέπει να γυμνάζεται μεθοδικά.

Το ίδιο ισχύει και με τη διατροφή: δεν είναι εύκολο να πείσεις κάποιον να χάσει ή να πάρει κιλά. Ούτε να δεχτεί μια πιο απαιτητική προπόνηση. Ακόμα και στο τόσο βασικό θέμα του πρωινού – υπήρχαν παιδιά που ερχόντουσαν να παίξουν αγώνα χωρίς να έχουν φάει σωστό πρωινό. Αυτό για μένα είναι τραγελαφικό. Και δυστυχώς, πολλές φορές δεν το αντιλαμβάνονται ούτε τα παιδιά ούτε κάποιοι προπονητές. Όμως το ερώτημα είναι πάντα: ποιο είναι το σωστό;».

Όταν ήρθατε στον ΟΦΗ, τι εικόνα βρήκατε; Ποια ήταν τα πρώτα πράγματα που θέλατε να αλλάξετε και πώς εξελίχθηκαν με την πάροδο του χρόνου;

«Όταν ήρθα στον ΟΦΗ, βρισκόμασταν σε μια μεταβατική περίοδο. Είχαν αποχωρήσει πρόσφατα τόσο ο κύριος Γιάννης Σαμαράς όσο και ο κύριος Σάββας Κωφίδης. Η ομάδα είχε ήδη στη διάθεσή της το γήπεδο της Ακαδημίας – κάτι που αποτέλεσε βασικό “όχημα” για όλη την εξέλιξη που ακολούθησε. Ωστόσο, υπήρχαν πάρα πολλά πράγματα που έπρεπε να αλλάξουν. Θα έλεγα πως σχεδόν τα πάντα στην καθημερινότητα χρειαζόταν ανανέωση, με εξαίρεση το υγιές κλίμα που υπήρχε στις σχέσεις προπονητών και παιδιών. Αυτό ήταν το μοναδικό στοιχείο που κρατήσαμε σταθερό.

Προχωρήσαμε σε ένα συνολικό “refresh”: αποδυτήρια, γραφεία, γραφείο ανάλυσης, ακόμα και η φιλοξενία αναβαθμίστηκε. Ο ΟΦΗ ανέκαθεν είχε φιλοξενία, αλλά πλέον αυτή συνοδεύεται από πλήρεις υποδομές: αποδυτήριο, πίνακες, ό,τι χρειαζόταν. Η καθημερινότητα έγινε πολύ πιο ελίτ – και αυτό βγήκε προς τα έξω. Στα δύο αυτά χρόνια, οι ομάδες που έρχονται και ξανάρχονται έχουν μόνο καλά λόγια να πουν για το πώς η ΠΑΕ κατάφερε, βήμα-βήμα, να αναβαθμίσει το αθλητικό της κέντρο.

Παράλληλα, αλλάξαμε και το πλαίσιο της προπόνησης και της συνολικής διαδικασίας. Δεν είναι εύκολο αυτό – κάθε προπονητής νομίζει ότι είναι ο Γκουαρδιόλα. Πρέπει να μάθεις να συνεργάζεσαι: να συζητάς για την προπόνηση, για τη μεθοδολογία, για μια άσκηση, για τις επιλογές παικτών, για το αν έχει σημασία το αποτέλεσμα ή όχι. Μέσα από συχνά workshops και συναντήσεις, πιστεύω πως ξεπεράσαμε πολλά προβλήματα και βάλαμε γερά θεμέλια».

Τι θα θέλατε εσείς, σαν Θοδωρής, για να πηγαίνει την Ακαδημία στο επόμενο βήμα, ας το πούμε κατά κάποιο τρόπο. Τι άλλο δεν έγινε που θα μπορούσε να έχει γίνει.

«Αν μπορούσα να αφήσω πίσω μου δύο βασικές προτάσεις, δύο “θέλω” για το επόμενο βήμα της Ακαδημίας, θα ήταν τα εξής:

Πρώτον, να διατηρηθεί μια καθημερινότητα εξίσου απαιτητική με αυτή που υπήρχε όσο ήμουν εγώ εδώ. Μια καθημερινότητα δομημένη στη λεπτομέρεια και όχι βασισμένη στην τύχη ή στη ρουτίνα. Αν θεωρηθεί πως υπήρξε πίεση, ήταν δημιουργική πίεση.

Δεύτερον – και αυτό είναι το σημαντικότερο για μένα που το συζητούσαμε πάντα – να κεφαλαιοποιηθεί η βάση που δημιουργήθηκε τα τελευταία δύο χρόνια. Με αθλητές όπως ο Λαγουδάκης, ο Χνάρης και κάποια παιδιά που προστέθηκαν φέτος, και με δεδομένο ότι ο Αποστολάκης και ο Θεοδοσουλάκης έχουν πλέον ενταχθεί μόνιμα στην πρώτη ομάδα, είναι κρίσιμο να υπάρξει ακόμα πιο στοχευμένη και εντατική δουλειά στο μεταβατικό στάδιο από την Κ19 στην πρώτη ομάδα.

Αυτή η μετάβαση είναι το δυσκολότερο κομμάτι – όχι μόνο στον ΟΦΗ, αλλά ακόμα και σε ομάδες άλλες. Χρειάζεται νέα βάση, νέος σχεδιασμός σε αυτό το σημείο-κλειδί.

Οι εισηγήσεις μου έχουν γίνει ξεκάθαρες και στη διοίκηση. Είναι άνθρωποι που γνωρίζουν το ποδόσφαιρο και ξέρουν πολύ καλά τι πρέπει να κάνουν την επόμενη μέρα».

Περίπου δέκα ποδοσφαιριστές έγιναν επαγγελματίες αυτά τα δύο χρόνια. Πώς βλέπετε το μέλλον αυτών των παιδιών και τι σημαίνει αυτή η εξέλιξη για τον ΟΦΗ συνολικά;

«Τα παιδιά που έγιναν επαγγελματίες αυτά τα δύο χρόνια ήταν αρκετά, τόσο πέρυσι όσο και φέτος. Ίσως περισσότερα από άλλες χρονιές. Ωστόσο, προσωπικά δεν το θεωρώ επιτυχία – ούτε δική μου ούτε απαραίτητα της Ακαδημίας συνολικά. Δεν είναι αυτό που κάνει τη διαφορά στην Ακαδημία.

Όλα τα παιδιά είχαν αξία, ήταν καλά παιδιά. Για μένα, το πραγματικά σημαντικό δεν είναι το επαγγελματικό συμβόλαιο, αλλά να δούμε αυτά τα παιδιά να παίζουν στην πρώτη ομάδα. Αυτό είναι το κριτήριο. Η διαδικασία ήταν ωφέλιμη για παιδιά όπως ο Γιάννης Αποστολάκης και Γιάννης Θεοδοσουλάκης.

Η δική μου επιθυμία είναι όποιος από αυτούς, ή και από τους επόμενους, μπορέσει να “περάσει” από αυτή τη διαδικασία και να παίξει στην πρώτη ομάδα. Για παράδειγμα, θα ήθελα πολύ να δω ένα παιδί όπως ο Μανώλης Φαϊτάκης να φτάσει εκεί. Έχει όλα τα προσόντα να παίξει στην πρώτη ομάδα. Όμως πρέπει και ο ίδιος, και ο οργανισμός, να στηρίξουν ο ένας τον άλλον. Και πρώτα απ’ όλα, πρέπει ο ίδιος να στηρίξει τον εαυτό του. Τον εκτιμώ πολύ ως ποδοσφαιριστή, αλλά πρέπει και ο ίδιος να καταλάβει και να προσπαθήσει ακόμη περισσότερο».

Οι ομάδες Κ15, Κ17 και Κ19 είχαν πολύ καλή παρουσία στα πρωταθλήματα υποδομών. Πώς αξιολογείτε την αγωνιστική πρόοδο και τι σημαίνει αυτό για την εκπαιδευτική φιλοσοφία της Ακαδημίας;

«Η Κ19 φέτος δεν είχε τόσο καλή πορεία σε σχέση με προηγούμενες χρονιές, όπου είχε τερματίσει στην πέμπτη ή έκτη θέση. Ωστόσο, προχωρήσαμε σε μια ανανέωση του ρόστερ. Έχουμε φυσικά κι εμείς τις ευθύνες μας – Όμως αυτό δεν είναι το πιο ουσιαστικό. Από τη στιγμή που πριν έρθω δεν μετρούσε το αποτέλεσμα, έπρεπε να βρούμε μία ισορροπία με τη νέα φιλοσοφία.

Να παραμείνουμε πιστοί στη προηγούμενη φιλοσοφία μας, αλλά ταυτόχρονα να μπορούμε να υποστηρίζουμε και το αποτέλεσμα. Το αποτέλεσμα ήρθε γιατί υπήρχε μία πιο πιεστική προπόνηση, πιο δομημένη, έγινε καλό σκάουτινγκ και μας βοήθησε και αυτό. Αυτή η διαδικασία της καλύτερης προετοιμασίας, έφερε τα αποτελέσματα.

Τα στατιστικά είναι ενδεικτικά: δεν είναι το ίδιο να πετυχαίνεις 12 γκολ με έναν παίκτη μόνο, και άλλο να τα πετυχαίνει ολόκληρη η ομάδα. Ή να δέχεσαι 19 γκολ αντί για 105 – αυτό δείχνει ότι κάποιοι άνθρωποι έκαναν καλά τη δουλειά τους. Και όλα αυτά ήταν αποτέλεσμα συνολικής δουλειάς. Δεν είναι όμως μόνο η Κ17, είναι και η Κ15 του Κυριάκου Πετρά, που φέτος εάν εξαιρέσουμε δύο παιχνίδια, ήταν ανταγωνιστική σε όλα τα παιχνίδια. Έπαιξε παραγωγικό και χωρίς σκοπιμότητες ποδόσφαιρο και κατέλαβε την 6η θέση, στο πρώτο πανελλήνιο πρωτάθλημα Κ15. 

Πάνω απ’ όλα όμως, αυτό που έχει σημασία είναι πως η καλή αγωνιστική εικόνα προέκυψε μέσα από fair play και σωστό ποδόσφαιρο. Δεν παίξαμε αμυντικά για να πάρουμε αποτέλεσμα. Διατηρήσαμε τη φιλοσοφία που υπήρχε από την προηγούμενη τεχνική διεύθυνση, κρατήσαμε τα θετικά της και προσθέσαμε στοιχεία που για μένα είναι απαραίτητα στην αναπτυξιακή διαδικασία ενός ποδοσφαιριστή».

Έγινε ένα σημαντικό άνοιγμα σε παιδιά εκτός Κρήτης μέσω του σκάουτινγκ. Ήταν αυτό εξαρχής ένας από τους στρατηγικούς στόχους σας; Πώς υλοποιήθηκε και με ποια αποτελέσματα;

«Είναι πάντα δύσκολο να περάσεις τη θάλασσα. Για έναν γονέα, το να στείλει το παιδί του 14 ετών από τη Θεσσαλονίκη στην Αριδαία είναι μια απόσταση – αλλά διαφορετικό είναι να το στείλει στην Κρήτη.

Όμως νομίζω πως η κοινή προσπάθεια που κάναμε όλοι εδώ – από τη διοίκηση με τον κύριο Λυσάνδρου, τον κύριο Πουρσανίδη, τον κύριο Συκιωτάκη και εμένα – έπιασε τόπο. Κινηθήκαμε με στόχο να προσεγγίσουμε σωστά αυτό το κομμάτι. Δείξαμε την ανθρώπινη πλευρά μας μέσω της φιλοξενίας. Αναβαθμίσαμε τους ξενώνες, πάντα με τη στήριξη των χορηγών μας. Με τον Ηλία Πουρσανίδη φροντίσαμε ακόμα και το φαγητό, φτιάξαμε μέχρι και το μενού.

Η διαβίωση είναι πλέον αισθητά καλύτερη. Τα παιδιά που φιλοξενούνται στους ξενώνες δεν θέλουν να φύγουν. Ο ΟΦΗ έχει γίνει προορισμός – κι αυτό ήθελα να αναδείξω: ότι ο ΟΦΗ μπορεί να έχει στις τάξεις του και παιδιά εκτός Κρήτης.

Πρέπει να ξεφύγουμε λίγο από τον τοπικισμό. Υπήρχε η νοοτροπία ότι ‘δουλεύουμε μόνο με παιδιά από την Κρήτη’. Πρέπει να κοιτάξουμε μπροστά. Ο ΟΦΗ έχει κάνει μεγάλα βήματα σε πολλούς τομείς – και αυτό είναι ένας ακόμα τομέας που έπρεπε και καταφέραμε να προχωρήσουμε μπροστά».

Το δίκτυο του ΟΦΗ σε Χανιά, Ρέθυμνο και Αθήνα ενισχύθηκε. Πώς βλέπετε τη λειτουργία του σήμερα και ποια είναι τα οφέλη του για τον σύλλογο;

«Το δίκτυο του ΟΦΗ σε Χανιά, Ρέθυμνο και Αθήνα υπήρχε ήδη με δύο ομάδες, πριν ακόμα αναλάβω. Στην πορεία προστέθηκε και ο Μινώταυρος από τα Χανιά, μια στρατηγική επιλογή της διοίκησης, που θεωρώ πως είναι ιδιαίτερα ωφέλιμη. Το δίκτυο έχει δύο βασικά οφέλη: ένα καθαρά ποδοσφαιρικό και ένα στο κομμάτι της εξωστρέφειας.

Η εξωστρέφεια είναι εξαιρετικά σημαντική, ειδικά στην περίπτωση του ΟΦΗ Αθηνών, που διατηρούμε ως συνεργαζόμενη ακαδημία. Πρόκειται για μια πολύ δυνατή ακαδημία, με παιδιά ηλικίας 11, 12, 13 ετών, τα οποία παρακολουθούνται διαρκώς από μεγάλες ομάδες. Είναι τιμή για τον ΟΦΗ το γεγονός ότι διατηρεί συνεργασία με μια τέτοια δομή στην Αθήνα – και είναι τιμή επίσης όταν σκάουτερ του Ολυμπιακού, για παράδειγμα, επισκέπτονται την ακαδημία αυτή.

Οι άνθρωποι αυτοί πηγαίνουν, βλέπουν και παίρνουν παιδιά σε μικρές ηλικίες. Επίσης το Ρέθυμνο αποτελεί θεμέλιο συνεργασίας για την Κρήτη με τον Γιώργο Μπαστάκη να κάνει εξαιρετική δουλειά για τον ΟΦΗ στο Ρέθυμνο. Ουσιαστικά, είναι η ναυαρχίδα του ΟΦΗ στην Κρήτη τα τελευταία τρία χρόνια που το παρακολουθώ. Μια επιλογή ουσίας για το μέλλον του συλλόγου».

Αν μένατε στον ΟΦΗ, ποια θα ήταν τα επόμενα βήματα που θα είχατε θέσει ως προτεραιότητα για την περαιτέρω εξέλιξη της Ακαδημίας;

«Αν συνέχιζα στον ΟΦΗ, η βασική μου προτεραιότητα θα ήταν να ενισχυθεί στο μέγιστο η καθημερινότητα αυτής της “φουρνιάς” των παιδιών του 2008 και 2009, που έχουμε τώρα, μαζί με κάποια ακόμη παιδιά γεννημένα το 2007 και το 2006. Από πέρσι είχε ήδη ξεκινήσει η ενίσχυση με παιδιά όπως ο Δάρλας και ο Σωμαράκης.

Αυτό που έπρεπε να γίνει πάση θυσία, ήταν η δημιουργία μιας απόλυτα δομημένης και απαιτητικής καθημερινότητας για αυτά τα παιδιά – προπόνηση, οργάνωση, πίεση – όλα να βρίσκονται σε υψηλό επίπεδο. Και φυσικά, να ενισχυθεί ακόμη περισσότερο η σύνδεση με την πρώτη ομάδα. Αυτό ήταν το ένα σκέλος.

Το δεύτερο ήταν να συνεχίσουμε να φέρνουμε παιδιά μικρότερης ηλικίας, γεννημένα 2010–2011, ώστε να διασφαλιστεί η συνέχεια της Ακαδημίας και τα επόμενα χρόνια».

Πόσο σημαντικός ήταν ο ρόλος των κ.κ. Πουρσανίδη-Λυσάνδρου για την εξέλιξη της Ακαδημίας και τη δική σας παρουσία στον ΟΦΗ;

«Καταρχάς, θέλω να αναφερθώ στον Πρόεδρο. Εγώ σέβομαι απόλυτα την ιεραρχία και σε όλη τη διάρκεια της παρουσίας μου στον ΟΦΗ, είχα την τύχη να συνεργάζομαι με έναν άνθρωπο-κόσμημα, όπως είναι ο κύριος Μπούσης. Δεν θα πετυχαίναμε τίποτα αν δεν τον είχαμε εδώ. Είναι σπουδαίος άνθρωπος και σπουδαίος “εργοδότης”, με όλη τη σημασία της λέξης. Ακόμα και ο τρόπος με τον οποίο αντιμετώπισε την απόφασή μου να μην ανανεώσω, δείχνει πόσο ξεχωριστή είναι η φιλοσοφία του – πολύ μπροστά από αυτή που έχουν ακόμα και άλλοι άνθρωποι του ποδοσφαίρου. Τον σέβομαι απεριόριστα και χαίρομαι που ο ΟΦΗ έχει έναν τέτοιο Πρόεδρο.

Από εκεί και πέρα, ο Ηλίας Πουρσανίδης ήταν ο άνθρωπός μου, τον είχα ποδοσφαιριστή (ως γυμναστής στον Ηρακλή), τον αγαπώ και με αγαπά. Αυτός με έφερε στον ΟΦΗ και αυτός ήταν που μαζί του λύναμε καθημερινά όλα τα ζητήματα. Είχαμε μια εξαιρετική συνεργασία, ουσιαστική, ανθρώπινη, ειλικρινή. Ξέρω ότι ήταν δύσκολο και για εκείνον και για μένα το ότι φεύγω, αλλά θεωρώ πως κλείσαμε έναν πολύ όμορφο κύκλο. Ο Ηλίας ήταν ο άνθρωπός μου, και είμαι ευγνώμων γι’ αυτό. Μαζί με τον Μηνά, είχαμε επίσης συνεννόηση και καλή συνεργασία».

Από τους προπονητές της πρώτης ομάδας που πέρασαν αυτά τα δύο χρόνια, ποιον θεωρείτε ότι στήριξε περισσότερο το κομμάτι των υποδομών και με ποιον είχατε καλύτερη συνεργασία;

«Στα δύο αυτά χρόνια πέρασαν τέσσερις προπονητές από την πρώτη ομάδα. Δεν μπορώ να πω ότι με όλους υπήρχε η ίδια ανοιχτοσύνη για συνεργασία. Σίγουρα όμως, κάποιοι από αυτούς τους κρατάμε πολύ ψηλά, σαν “εικόνισμα” μέσα στην Ακαδημία.

Αυτό βέβαια δεν είναι φαινόμενο μόνο του ΟΦΗ – το ίδιο το έχω ζήσει και σε άλλες ομάδες. Θυμάμαι χαρακτηριστικά τον κύριο Μπέντο στον Ολυμπιακό, ο οποίος κάθε πρωί έπαιρνε παιδί από την Ακαδημία για να προπονείται με την πρώτη ομάδα. Ακόμα και αν του έλειπε παίκτης, προτιμούσε να πάρει ένα παιδί από τις υποδομές. Άλλοι προπονητές, από την άλλη, μπορεί να συνέχιζαν την προπόνηση με εννιά ή δέκα παίκτες και να μην ασχολούνταν καθόλου με τα παιδιά της Ακαδημίας.

Είναι θέμα αντίληψης. Ο κάθε προπονητής βλέπει διαφορετικά τον ρόλο και τη σύνδεση με τις υποδομές».

Αποχωρείτε για οικογενειακούς λόγους. Πόσο δύσκολη ήταν αυτή η απόφαση και τι κρατάτε πιο έντονα από αυτά τα δύο χρόνια στον ΟΦΗ;

«Όπως γνωρίζετε, εγώ είμαι από τη Θεσσαλονίκη και η σύζυγός μου από την Αθήνα. Την είχα για δύο χρόνια μακριά από το σπίτι της, από τους φίλους και τη δουλειά της – κάτι που δεν είναι εύκολο, ειδικά όταν έχει ήδη “χτίσει” τη ζωή της εκεί.

Ήρθε η ώρα να σκεφτούμε και το παιδί μας, το σχολείο του, και να δούμε τι θα κάνουμε στην επόμενη φάση της ζωής μας. Έτσι, αποφασίσαμε να επιστρέψουμε οικογενειακά στην Αθήνα. Αυτός είναι ο λόγος.

Παρ’ όλα αυτά, οφείλω να πω πως αυτά τα δύο χρόνια στον ΟΦΗ ήταν φανταστικά. Ο μικρός μου, ο Λευτέρης, έζησε δύο υπέροχα χρόνια στο καλύτερο περιβάλλον που θα μπορούσε να έχει. Επίσης, είχα μια εξαιρετική συνεργασία με όλους τους ανθρώπους εδώ – κάτι που ούτε εγώ ούτε η γυναίκα μου, η Εύα, περιμέναμε. Ούτε για τη δουλειά ούτε για τη γειτονιά, στα λιοντάρια έμενα. Περάσαμε υπέροχα.

Μας μένουν πολύ όμορφες αναμνήσεις από αυτό το κομμάτι της ζωής μας και το κρατάμε μέσα μας. Θέλω να ευχαριστήσω από καρδιάς όλα τα στελέχη και τους εργαζομένους της ΠΑΕ ΟΦΗ για την εξαιρετική συνεργασία που είχαμε αυτά τα δύο χρόνια. Ιδιαίτερα θα ήθελα να σταθώ στο τμήμα επικοινωνίας, τον Μανώλη Βογιατζάκη και τη Μένια Σιδεράκη, για την πολύτιμη συμβολή τους στην εξωστρέφεια της Ακαδημίας και στην επικοινωνία του έργου μας προς τον κόσμο.

Ένα ξεχωριστό “ευχαριστώ” αξίζει στον Μανώλη Συκιωτάκη, γιατί από την πρώτη κιόλας μέρα που ήρθα στον ΟΦΗ, ήταν – και παραμένει – η “κορωνίδα” μέσα στην ψυχή και τη σάρκα της Ακαδημίας. Είναι μεγάλο κεφάλαιο για τον σύλλογο. Αγαπάει τον ΟΦΗ, αγαπάει αυτό που κάνει και είμαι πολύ χαρούμενος που συνεργάστηκα μαζί του».

Ποιο θα ήταν το μήνυμά σας στους ανθρώπους της Ακαδημίας, στους γονείς και φυσικά στα παιδιά που ονειρεύονται να παίξουν επαγγελματικά;

«Πιστεύω ότι η σκληρή δουλειά ξεκινάει πρώτα από εμάς. Και δεν είναι κάτι θεωρητικό – είναι καθαρά πρακτικό. Η σκληρή δουλειά στο σύγχρονο αναπτυξιακό ποδόσφαιρο πρέπει να συνδέεται με τα νέα δεδομένα. Πρέπει να τα υπολογίζουμε όλα: επιστημονική υποστήριξη, προπονητική μεθοδολογία, ψυχολογία, σωστή διαχείριση.

Χρειάζεται συνεχής ανανέωση και εκσυγχρονισμός. Και κυρίως, πρέπει να χτιστεί και να ενισχυθεί μια δυνατή, ουσιαστική σχέση ανάμεσα στην Ακαδημία και την πρώτη ομάδα.

Εγώ προσωπικά είμαι πολύ χαρούμενος, γιατί είδα μέσα σε αυτή τη διαδρομή ανθρώπους να αντικαθίστανται από ισάξιους – αν όχι και καλύτερους. Όταν, για παράδειγμα, έφυγε ο Δήμος Χριστοφής και πήγε στο τεχνικό τιμ της πρώτης ομάδας, μας τον ζήτησε ο κύριος Πουρσανίδης και ήρθε ο Αλέξανδρος Τζώρτζογλου, ένας εξαιρετικός άνθρωπος και επαγγελματίας. Αυτό δείχνει κάτι: πως όλοι όσοι δουλεύουν γύρω από τα παιδιά, πρέπει να είναι σωστοί επαγγελματίες.

Όταν εμείς είμαστε καλοί επαγγελματίες και αγαπάμε αυτό που κάνουμε, τα παιδιά ακολουθούν – και συντονίζονται με την ποιότητα και την ποσότητα της δουλειάς μας. Αυτό είναι το μήνυμα: να συνεχιστεί η προσπάθεια με συνέπεια και πίστη».

*Photos Credits: imageonline / Konstantinos Metaxakis

ΔΗΜΟΦΙΛΗ